лодырничать - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

лодырничать - translation to πορτογαλικά


лодырничать      
madracear, mandriar
andar à gandaia      
лодырничать, бездельничать
mandriar      
лодырничать, лениться

Ορισμός

лодырничать
Л'ОДЫРНИЧАТЬ, лодырничаю, лодырничаешь, ·несовер. (·прост. ·пренебр. ). Бездельничать, быть лодырем.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για лодырничать
1. Весь завод над ним так хохотал, что слесарь И. уволился и стал лодырничать на другом заводе.
2. В письме из Магадана от 27 ноября 1'37 года приводит начало одного из них: «…И тебе не надоело, муза, Лодырничать, клянчить, поводырничать, Ждать, когда сутулый поднимусь я, Как тому назад годов четырнадцать». Прибавляет: «Лишь бы разрешили только мне писать здесь стихи, – не писать будет, убежден теперь, для меня мучительно». Но и других мучений хватало.